ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ – ΕΡΓΑΣΙΑ - ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΜΙΣΘΟΣ
Η συζήτηση για το ασφαλιστικό η οποία διεξάγεται αυτές τις ώρες, ειδικά όσον αφορά την αντιπολίτευση, τα συνδικάτα, αλλά και μέλη της κυβερνητικής πλειοψηφίας (όπως προκύπτει από σχετική δήλωση του κ. Νάσου Αθανασίου) γίνεται σε κενό μνήμης.
Αναφέρονται σχεδόν όλοι στις απώλειες από το «τελευταίο» PSI αγνοώντας ότι ΟΛΗ η ιστορική διαδρομή του ασφαλιστικού είναι ΕΝΑ ΣΥΝΕΧΕΣ PSI! Τουλάχιστον μεταπολεμικά που υπάρχουν στοιχεία πλήρως καταγεγραμμένα.
Μια συνεχής αφαίμαξη
των αποθεματικών, μια συνεχής κλιμακούμενη εισφοροδιαφυγή και εισφοροαποφυγή,
αλλά και μια συνεχής προσπάθεια των κυβερνήσεων να δημιουργήσουν συνθήκες
αφενός απαξίωσης του αναδιανεμητικού χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήματος,
ενισχύοντας τα κεφαλοποιητικά - ανταποδοτικά
στοιχεία, και αφετέρου εγκλωβίζοντας, δυστυχώς, τμήματα των εργαζομένων αλλά και το σύνολο του
συνδικαλιστικού κινήματος σε λογικές εμπορευματοποίησης της εργατικής
συνείδησης.
Όμως ας επανέλθουμε.
Το τελευταίο PSI τράβηξε το σωληνάκι με το οποίο το βυθισμένο
ασφαλιστικό, ακόμη ανέπνεε…αναγκάζοντας την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ πρώτη φορά να
αντιμετωπίσει το πρόβλημα, πέρα από συνθήματα και αέρα ντουντούκας.
ΑΝ
ΟΧΙ ΤΩΡΑ ΠΟΤΕ;
Η παρέμβαση των εργαζόμενων, ο διάλογος, οι
απαντήσεις στα γιατί και πώς… είναι περισσότερο από αναγκαία.
Τα ερωτήματα παραμένουν, οι προτάσεις
αναμένουν .
-
Μέσα από ποιους
μηχανισμούς χάθηκαν τόσα ποσά και πού πήγαν;
-
Για ποιο λόγο
αφέθηκαν οι εργαζόμενοι και οι κάθε λογής εκφραστές-εκπρόσωποι τους στην αγκαλιά
του κράτους, επιδιώκοντας την εξασφάλιση τους εντός της καπιταλιστικής σχέσης
με εγγυητή το κράτος της;
-
Μα πάνω απόλα το
ζήτημα των ζητημάτων: Η εργασία, τα όρια της, ο ελεύθερος χρόνος εντός αυτής, σε
σχέση με τον νεοφιλελευθερισμό και την παγκοσμιοποίηση. Θέμα που σχετίζεται και
με τον χρόνο του συνταξιούχου, την αλληλέγγυα προσφορά του, μέσα από την
θεμελίωση του ελεύθερου χρόνου σαν κατεξοχήν δημιουργικού και παραγωγικού.
Συγχρόνως, ποιά τα όρια, ποιές οι σημερινές δυνατότητες για έναν εξελισσόμενο κοινωνικό
μισθό;
Βεβαίως τα ερωτήματα δεν τελειώνουν στα
παραπάνω.
Όμως στο βαθμό που
οι συλλογικότητες των εργαζομένων και πριν και τώρα αρνούνται (συνειδητά και
ασυνείδητα) να τοποθετηθούν, να απαντήσουν, η συζήτηση και οι τελικές αποφάσεις
θα εκτρέπονται και θα τοκίζονται στις τεχνοκρατικές αγκάλες και στα μαθηματικά
μοντέλα μέσω των οποίων όλα τα τελευταία χρόνια το ασφαλιστικό οδηγήθηκε «με
επιστημονικό» τρόπο στα βράχια.
Όσο δύσκολα και να
είναι τα πράγματα οφείλουμε τουλάχιστον να ξεκινήσουμε. Αυτό για δύο λόγους.
Αφενός για να μάθουμε και αφετέρου για να οικοδομήσουμε την άλλη πρόταση. Άλλωστε
και η μεγαλύτερη πορεία ξεκινά από ένα βήμα.
Ας τολμήσουμε.
Βρισκόμαστε σε έκτακτες περιστάσεις. Ας μην
γελιόμαστε. Με 1.500.000 ανέργους, εκατοντάδες χιλιάδες σε καθεστώς μαύρης
εργασίας, μισθούς που ανταποκρίνονται σε επίπεδο τουλάχιστον προ 10ετίας, ΚΑΙ
το κυριότερο με πλήθος εργαζομένων σε ηλικία
περισσότερο ή λιγότερο κοντά στην συνταξιοδότηση χωρίς δυνατότητα εργασίας
και με ελάχιστο αριθμό ενσήμων. Αποθεματικά μηδενικά.
Αυτό το βαρύ φορτίο πρέπει να διαχειριστεί
άμεσα, ώστε και να σταθεροποιηθεί το
ασφαλιστικό και να μπουν στέρεες βάσεις για μια άλλη προοπτική. Χωρίς ίχνος
μαξιμαλισμού, μπορούν να βρουν λύση μόνο στα πλαίσια ενός άλλου κοινωνικού οράματος,
μιας νέας κοινωνικής «καινοτομίας».
Όσο για το ερώτημα,
αν το προτεινόμενο ασφαλιστικό από την κυβέρνηση είναι στην σωστή κατεύθυνση,
ας το κάνουμε πιο απλό:
Οι εργαζόμενοι και οι συλλογικότητες τους τι
πρέπει να κρατήσουν και να διευρύνουν από την κυβερνητική πρόταση;
Τι απορρίπτουν και με τι το αντικαθιστούν;
Μέχρι
τώρα δεν ακούσαμε τίποτε ή σχεδόν τίποτε σχετικό, σε αντίθεση με κλάδους
ελευθεροεπαγγελματιών που ξέρουν και τι θέλουν και πως το θέλουν, ειδικά οι των
ανώτερων εισοδηματικών απολαβών…
Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι:
Η
εθνική σύνταξη είναι σωστή και αναγκαία λύση; ΕΙΝΑΙ.
Όμως τα συνδικάτα
πρέπει να
πιέσουν, ώστε τουλάχιστον οι μικρότερες
συντάξεις, να συμπληρωθούν με συνεχώς διευρυνόμενο-αναπροσαρμοσμένο κοινωνικό
μισθό μέσα από αποεμπορευματοποίηση Δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών. Στα ίδια
πλαίσια γίνεται αναγκαία η αλληλέγγυα εθελοντική κοινωνική προσφορά των
συνταξιούχων.
Εφόσον βελτιωθεί η οικονομία-εργασία δεν θα πρέπει η
εργατική εισφορά να μειωθεί;
Για τα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα δεν θα μπορούσε
να διεκδικηθεί κλιμακούμενη μείωση στο ωράριο;
Ας μην αναφερθούμε
στην έλλειψη εργοδοτικής εισφοράς για κάλυψη επαγγελματικού κινδύνου και
«εργατικού ατυχήματος», όταν ακόμη και τα έξοδα κηδείας μετά από θανατηφόρο εργατικό,
τα αναλαμβάνει το ασφαλιστικό ταμείο!!
Η αξιοποίηση των
αποθεματικών; Ένα τεράστιο ζήτημα. Μπορούμε να διεκδικήσουμε τράπεζα ειδικού
σκοπού;
Σε μια εποχή που
δεν υφίσταται ίχνος εργασίας μη κοινωνικής αλλά και το ποσοστό πνευματικής
εργασίας συνεχώς αυξάνει ποιά πρέπει να είναι η κατεύθυνση; Πως μπορεί να στοιχειοθετηθεί ένας
καθολικός κοινωνικός πόρος που δεν θα μετράει την εργασία αλλά την
παραγωγικότητα; Μερικά απλά ερωτήματα.
Τα συνδικάτα αν
μείνουν στην απόρριψη με το μάτι στραμμένο στα πάλαι ποτέ ευγενή ταμεία απλά θα
χάσουν και το τελευταίο κομμάτι της αξιοπιστίας τους. Την ίδια ώρα κλιμακώνεται
η επιδίωξη των νεοφιλελεύθερων όπου γης, να καταργήσουν τα «βαρίδια» της
κοινωνικής ασφάλισης και του κράτους πρόνοιας. Μα αυτά είναι που ακόμη, έστω
και κατακερματισμένα, υπάρχουν και ωθούν τους εργαζόμενους να αντιστέκονται
στην Ελλάδα στην Ευρώπη.
Το πρόβλημα των ταμείων δεν είναι μόνο
λογιστικό. Είναι πολιτικό-ταξικό και σαν τέτοιο να το αντιμετωπίσουμε.
Υστερόγραφο.
Η ΓΣΕΕ δεν μετέχει στην συζήτηση για το ασφαλιστικό. Τι αντιπροσωπεύει σήμερα η
ΓΣΕΕ; Ποια η σχέση της με τον άνεργο χαμηλοσυνταξιούχο κτλ; Μήπως είναι καιρός
ομάδα συνδικαλιστών με αποφάσεις Γ. Συνελεύσεων να αναλάβει ρόλο;
ΜΕΡΙΚΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Μετά τα ανωτέρω
επιλέγουμε μια σύντομη αναφορά στα διαχρονικά PSI,
και αυτό για να δειχτεί άλλη μια φορά ότι η
πορεία του ασφαλιστικού είναι η άλλη όψη της πορείας της ελληνικής οικονομίας
όπως την προδιέγραψε η μαφιόζικη αστική τάξη με τους διαχρονικά εκπροσώπους
της…
Η μείωση των αποθεματικών των ταμείων,
προέκυψε από την κατάθεση τους στην
Τράπεζα της Ελλάδας με επιτόκιο που καθοριζόταν από τις κυβερνήσεις
(νομισματική επιτροπή) με τον αναγκαστικό νόμο 1611/1950. Από το 1951 μέχρι το
1954 τοκίζονταν με 5%, ο πληθωρισμός έφτανε το 15,1% και το επιτόκιο των
καταθέσεων ήταν 7%. Από το 1954 έως το 1971 το επιτόκιο έγινε 4,00%. Από το 1972 έως το 1973 ο πληθωρισμός
κλιμακώνεται από 15,5% έως 26,8% με
επιτόκιο κατάθεσης στο 4%.
Μόνο για το ΙΚΑ η απώλεια εσόδων από
διαφορά επιτοκίων από το 1970 έως το 1987 ανέρχεται σε 500 εκατ. Ε. Την ίδια
ώρα τα ταμεία δανείζονταν από τις τράπεζες με επιτόκια έως 32%!
Οι επιβαρύνσεις του ΙΚΑ από τόκους δανείων την
περίοδο 1982 - 1989 ξεπέρασαν τα 700 εκατ. Ε.
Το σημαντικότερο: Από το 1950 έως το 1980
τα ταμεία βρίσκονταν σε περίοδο κεφαλαιοποίησης.
Η
σχέση ασφαλισμένων προς συνταξιούχους για το ΙΚΑ ξεκινά από 17,27/1 (το 1950)
και φτάνει το 2,77/1 το 1990.
Επί κυβέρνησης Ν. Δημοκρατίας, ενώ οι
δανειακές ανάγκες του κράτους αυξάνονται, απαγορεύτηκε στα ασφαλιστικά ταμεία
να επενδύουν τα διαθέσιμα τους σε τίτλους του δημοσίου. Από το 1994 έως το 2004
με το νόμο 2042/92 επιτρέπεται το 20% των διαθεσίμων να επενδύονται σε μετοχές
και ακίνητα και σε τίτλους δημοσίου. Την ώρα της χρηματιστηριακής φούσκας η
κυβέρνηση Σημίτη - ΠΑΣΟΚ επέλεξε να αυξήσει το όριο επένδυσης από 20% σε 23% (Ν.
2676/99) κάνοντας γαργάρα και τις υπερβάσεις του ορίου αυτού. Συγχρόνως μέρος
των αποθεματικών των ταμείων κατευθύνεται στο χρηματιστήριο για αποκρατικοποιήσεις
Δημόσιων οργανισμών. Με το νόμο 2216/94 δημιουργείται κεφάλαιο στην Τράπεζα της
Ελλάδας από τα μη επενδυμένα κεφάλαια ασφαλιστικών ταμείων και νομικών προσώπων
δημοσίου δικαίου που επενδύονται σε τίτλους του ελληνικού δημοσίου από τη
δευτερογενή αγορά. Η απόδοση και αυτών των κεφαλαίων ξεκινά από 8,2% το 1994
και φτάνει 1% στα 2004 σε αποπληθωρισμένες τιμές, και σε οριακές αποδώσεις το
2005 και 2006 .
Συνολικά, στα 60
δις Ε περίπου, υπολογίζεται η απώλεια των αποθεματικών από το 1950 έως 1975.
3,5 δις ευρώ
χάθηκαν στο τζογάρισμα, περίπου 9 δις χρωστάει το κράτος και άλλα τόσα οι
ιδιώτες στο ΙΚΑ. Το κράτος ουδέποτε τήρησε την υποχρέωση του για καταβολή
κεφαλαίων στην κοινωνική ασφάλιση. Τόσο με το νόμο Σιούφα σύμφωνα με τον οποίο
έπρεπε να δίνει 10% (3/9) για τους μετά το 1993 εργαζόμενους όσο και όταν υποχρεώνεται σε 1% του ΑΕΠ ετησίως. Τα
λεγόμενα δομημένα ομόλογα και το PSI αποδόμησαν ότι είχε απομείνει (πάνω από 13
δις Ευρώ).
Παράλληλα
εξελίσσονται και οι κυβερνητικές επιθέσεις- ρυθμίσεις. Στην αρχή που δεν
υπήρχαν παρά λίγοι συνταξιούχοι ήταν αρκετή μια μικρή σύνταξη μέσα από τα
υπάρχοντα αποθεματικά. Όταν μετά το 80 αρχίζει ο αριθμός των δικαιούχων να
αυξάνει συγχρόνως με την ικανοποίηση εργατικών αιτημάτων από την τότε κυβέρνηση
– ειδικά ευνοϊκά για Δημόσιο και ευγενή ταμεία αλλά και την κατώτατη ΙΚΑ–
αρχίζουν τα δύσκολα. Ο Ν. 1759/88 ανοίγει το χορό ώστε οι 1902/90, 1976/91 και
2084/92 μέσα από την γνωστή τακτική του κατακερματισμού της εργατικής
συλλογικότητας να προχωρήσουν τη μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής
ασφάλισης στην κατεύθυνση της ανταποδοτικότητας. Η συνέχεια είναι γνωστή:
Γιαννίτσης, Ρέππας και η τελευταία «χρυσή» 7ετία των μεγάλων ανατροπών. Το
συμπέρασμα παραμένει. Ούτε το 1990 ούτε αμέσως μετά η ανεργία ήταν μεγάλη ούτε
η σχέση εργαζόμενοι/συνταξιούχοι σε επικίνδυνο σημείο. Το ΑΕΠ αυξανόταν με
ικανοποιητικό ρυθμό. Όμως οι παρεμβάσεις στα ταμεία ήταν συνεχείς και σε βάρος
της κοινωνικής ασφάλισης.
Άρα δεν είναι μόνο τα μνημόνια αλλά …κάτι πιο βαθύ
που μας λερώνει…
ΓΙΑ ΝΑ ΣΩΘΟΥΝ ΤΑ ΤΑΜΕΙΑ ΣΗΜΕΡΑ, ΠΡΟΤΕΙΝΩ ΝΑ ΕΠΙΣΡΕΑΦΟΥΝ ΟΛΑ ΤΑ ΕΦΑΠΑΞ ΠΟΥ ΕΔΩΣΑΝ ΟΙ ΔΕΚΟ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΙΣ 30.000 € ΚΑΙ ΝΑ ΚΟΠΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥΣ ΣΤΑ 1200 €.
ΑπάντησηΔιαγραφή