Πανηγυρίζει το Βυζαντινό μοναστήρι της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, στο Γαλαξείδι την κτητόρισσα Αγία Αυτοκράτειρα Θεοδώρα την εν Άρτη.
Κτίσμα του 1250 από το Δεσπότη της Ηπείρου Δούκας Μιχαήλ Β΄ Άγγελος Κομνηνός, με πρωτοβουλία της συζύγου του Αγίας Αυτοκράτειρας Θεοδώρας της εν Άρτη η οποία δεδιωγμένη και έγκυος εκρύβετο σε υψηλά και απόμερα σημεία από την μήνι της αντιζήλου της, όπου και έκτισε μονές.
Αφού χτίσθηκε το Μοναστήρι του Σωτήρος ο Δεσπότης Μιχαήλ το εμπλούτησε με πολλά βασιλικά και ανεκτίμητα δώρα, μανουάλια από βασιλικό χάλκωμα, κανδήλια ασημένια και μαλαματένια και κολώνες από μάρμαρο περίφημο και κάτασπρο.
Το μοναστήρι βρίσκεται σε υψόμετρο 300 μέτρων σε έναν κοντινό λόφο, νότια της πόλης. Είναι ναΐσκος μονόκλιτος, σταυρεπίστεγος με ορθογώνια κάτοψη.
Το 1750 ιδρύθηκε ανδρικό μοναστήρι αλλά ο σεισμός
του 1756 γκρέμισε το καθολικό της μονής και έκοψε
την παροχή νερού με αποτέλεσμα να ερημωθεί.
Το 1927 εγκαταστάθηκαν μερικοί μοναχοί, οι οποίοι
όμως έφυγαν 5 χρόνια αργότερα. Η ουσιαστική ανασυγκρότηση της μονής έγινε το 1989, ύστερα από ενέργειες του μητροπολίτη Φωκίδος κ.κ. Αθηναγόρα. Το 1990 εγκαταστάθηκε
η μοναχή Ισιδώρα, η οποία επιμελείται το μοναστήρι και τον περιβάλλοντα χώρο.
Αξίζει να σημειωθεί,
ότι σε μια κρύπτη της ερειπωμένης εκκλησίας του Σωτήρος βρέθηκε το «Χρονικό του Γαλαξειδίου» από τον Κωνσταντίνο Σάθα.
Σ' αυτό το μοναστήρι εγκαταβίωσε ο ιερομόναχος Ευθύμιος κι ατένιζε καθημερινά
την θέα που είναι μοναδική. κι ένιωθε υπερηφάνεια για τον τόπο του,
χάριν του οποίου, όπως ομολογεί, κοπίασε πολλές νύχτες διαβάζοντας παλαιά
βιβλία που σώζονταν στο μοναστήρι για να γράψει το περίφημο Χρονικό του. Εκεί
το 1703 έγραψε την ιστορία του τόπου από το 990 έως το 1700.
Το Χρονικό του Γαλαξειδίου αποδείχθηκε ένα σπουδαίο κείμενο της ελληνικής
ιστοριογραφίας που καλύπτει γεγονότα οκτώ αιώνων, από το 10ο έως το 18ο αι.
μ.Χ. Με ποιητικό λόγο, στη γλώσσα της εποχής, ο ιερομόναχος αφηγείται με
θαυμαστή ζωντάνια επιδρομές, μάχες, καταστροφές, δόξες και πάθη, αλλά και την
αέναη αναγέννηση της ναυτικής πολιτείας."
Το
Μοναστήρι κατείχε βασιλικά γράμματα και χρυσόβουλλα, χειρόγραφα ιστορικής και
εκκλησιαστικής ύλης.
Οι ιστορικές καταγραφές αναφέρουν ότι επιστάτης για το χτίσιμο ήταν
ένας "τζινιέρης" αρχιμάστορας από το Γαλαξείδι με το όνομα Νικόλαος
Καρούλης.
Στο
μαγευτικό τοπίο και στο χώρο της Ιεράς Μονής μας οδηγεί ασφαλτοστρωμένος
δρόμος, ο οποίος αναρριχάται στον λόφο
της Αγίας Τριάδας.
Σήμερα
έχουν χτισθεί καινούργια κελιά,
καινούργιο Αρχονταρίκι και έχει κατασκευαστεί πέτρινος περίβολος. Το καθολικό
της μονής δεν λειτουργεί διότι είχαν ξεκινήσει εργασίες αποκατάστασης του ναού από τους
σεισμούς, οι οποίες μάλλον εγκαταλείφθηκαν…
Μάλιστα η Ευα Βαρουτα Φλωρου αναφέρει στην μελέτη της:
Η Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως Σωτήρος
Γαλαξιδίου βρίσκεται λίγο πιο κάτω από την κορυφή του λόφου του Αγίου
Βλάσιου στα Ν.Δ. του Οικοδομικού χώρου του Γαλαξιδίου Φωκίδος και σε απόσταση
2,0km περίπου από αυτό. Έχει κατασκευασθεί σε υψόμετρο 320μ. και στα Ανατολικά
πρανή της λοφοειδούς έξαρσης «Κουτσούρι», τα οποία χαρακτηρίζονται από μέτριες
κλίσεις προς τα Ανατολικά και διελαύνονται από εποχιακής ροής ρέματα γενικής
διεύθυνσης ΝΔ-ΒΑ, που καταλήγουν στον Όρμο του Γαλαξιδίου.
Είναι από τα μνημεία εκείνα
που αναφέρονται αρκετά συχνά στη βιβλιογραφία, χωρίς να έχουν μελετηθεί
συστηματικά. Από τις αρχαιότητες που βρέθηκαν στο Ναό και στον περίβολό του, οι
αρχαιολόγοι συμπεραίνουν ότι υπήρχε εδώ Αρχαίο Ιερό.
Το μοναστήρι κτίστηκε από το Δεσπότη της
Ηπείρου Μιχαήλ το Β΄, (1210-1270), τον καιρό που οι Γαλαξιδιώτες είχαν
καταφύγει γύρω από το εκκλησάκι για να γλιτώσουν από τους θαλασσινούς πειρατές.
Κτητορική Επιγραφή δε σώζεται και το Μνημείο
δεν αναφέρεται σε σύγχρονές του πηγές. Για την χρονολόγησή του, παρέχονται
μόνον ενδείξεις από τον τύπο, την οικοδομική Tεχνική, τα μορφολογικά
στοιχεία και το γλυπτό διάκοσμο. Το Mοναστήρι κατείχε βασιλικά γράμματα και
χρυσόβουλα. Με το σεισμό του 1580 καταρρέουν τα κελιά, ενώ με τον σεισμό του
1660, που γίνεται με επίκεντρο το Γαλαξίδι, γκρεμίζεται το Καθολικό της Μονής.
Στα ερείπιά του, το 1864 ο ιστοριοδίφης Κων. Σάθας βρίσκει το χειρόγραφο του “Χρονικού”
κρυμμένο σ’ έναν τοίχο. Μέχρι το 1905 η Μονή ήταν τελείως
εγκαταλελειμμένη και χωρίς στέγη. Ο Ναός, από τυπολογικής πλευράς, ανήκει στην
κατηγορία των μονόχωρων σταυρεπίστεγων με πολλά αρχαία υπολείμματα. Ανατολικά
προεξέχει μία ημικυκλική αψίδα, ενώ δυτικά προστέθηκε ένας ισόπλατος νάρθηκας
με δίκλινη στέγη.
Η τοιχοδομία του και τα
μορφολογικά του στοιχεία, όπως τα δίλοβα παράθυρα με ελεύθερους τους λοβούς,
αρχαΐζουν και δεν προδίδουν καμία φράγκικη επίδραση, ενώ η πλίνθινη
τεθλασμένη γραμμή χωρίς τους σταυρούς συναντάται συχνά σε διάφορες περιφέρειες
και χρονικές περιόδους.
ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ
Εξωτερικά, εντοπίζονται έντονες
μεγάλου εύρους και βάθους ρηγματώσεις στα σημεία συναρμογής του Ανατολικού και
του Δυτικού τοίχου με τους εγκάρσιους και αποκόλλησή τους από αυτούς.
Ρηγματώσεις λιγότερο έντονες απαντώνται και στη στέψη, στα Αετώματα και στα
υπέρθυρα. Επίσης, αρκετά έντονη είναι σε ορισμένες θέσεις η αποσάθρωση των
πωρόλιθων και των κεραμικών στοιχείων.
Η καθαίρεση του Δυτικού τοίχου του
κυρίως Ναού για ενοποίησή του με το νεώτερο Νάρθηκα, χωρίς την πρόβλεψη κάποιων
εγκάρσιων στοιχείων συνδέσεως, λόγω και της μεγάλης αποστάσεως Δυτικού και
Ανατολικού τοίχου (περί τα 12
μ. ) έχει σε πολύ μεγάλο βαθμό συμβάλλει στην εμφάνιση
των τόσο έντονων προβλημάτων στους εν λόγω τοίχους. Σημαντικό μερίδιο στις
βλάβες έχει και η έλλειψη οριζόντιου περιμετρικού διαζώματος
(chainage).
ΣΤΕΡΕΩΣΗ
– ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Για τη στερέωση/ αποκατάσταση
προτάθηκε καταρχήν η προσωρινή αντιστήριξη-υποστήλωση με περιμετρική περίδεση
λόγω ετοιμορροπίας και στη συνέχεια : καθαρισμός αρμών, βαθύ αρμολόγημα
εσωτερικών και εξωτερικών όψεων τοιχοποιιών, τοποθέτηση λίθινων κλειδιών
συρραφής των ρωγμών με επιλεγμένους σκληρούς τοπικούς ασβεστολιθικούς δόμους
όμοιους με τους παλαιούς, πλήρωση των διάκενων των ρωγμών με ενέματα σταθερής
σύνθεσης συμπλήρωση και αποκατάσταση των φθαρμένων πλίνθων του οδοντωτού γείσου
της στέγης της υπερυψωμένης κεραίας, εξυγίανση της θολοδομίας κόγχης ιερού,
διαφραγματοποίηση με τη χρήση συστήματος ξύλινων και μεταλλικών ελκυστήρων,
κατασκευή οριζόντιου διαζώματος από οπλισμένο σκυρόδεμα, τοποθέτηση έξι
ανοξείδωτων μεταλλικών ελκυστήρων Φ25, ανά 2.50μ (περίπου), στην επάνω παρειά
των ξύλινων ελκυστήρων και αγκύρωσή τους σε ανοξείδωτες μεταλλικές πλάκες,
κατασκευή αποστραγγιστικής τάφρου, αντικατάσταση νεωτερικών κουφωμάτων με νέα
από ξυλεία καστανιάς, καθώς και τοποθέτηση φύλλων μολύβδου ή άλλου κατάλληλου
υλικού για τη διάκριση από την αναστηλωτική φάση των αρχών του 20ου
αιώνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου